Το κοκκοειδές αυτό εκκρίνει μελίτωμα που σύμφωνα με παρατηρήσεις μας, οι μέλισσες εκμεταλλεύονται.
Η συνεισφορά αυτού του μελιτώματος στη συνολική παραγωγή μελιού στη χώρα μας είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, αφού οι μελισσοκόμοι δεν εκμεταλλεύονται συστηματικά αυτά τα μελιτώματα γιατί στους εντατικά καλλιεργημένους φιστικιώνες ο πληθυσμός αυτού του εντόμου είναι πολύ χαμηλός. Αυτό οφείλεται κυρίως στο εντατικό πρόγραμμα καταπολέμησης, το οποίο εφαρμόζεται αργά την άνοιξη και νωρίς το θέρος κατά των άλλων εχθρών της φιστικιάς.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το Α. pistaciae είναι στη μορφή της έρπουσας και πρώτου σταδίου, στάδια πολύ ευαίσθητα στα φυτοφάρμακα. Έτσι, αυτοί οι ψεκασμοί διατηρούν το κοκκοειδές σε χαμηλό επίπεδο πληθυσμού.
Κατά τη διάρκεια αυτής της έρευνας διαπιστώθηκε ότι το κοκκοειδές αυτό στην Κ. Eλλάδα έχει μιά γενιά το χρόνο. Διαχειμάζει στο δεύτερο στάδιο. Τα ακμαία εμφανίζονται νωρίς την άνοιξη και οι πρώτες έρπουσες παρατηρούνται το Μάιο.
Οι φαινολογικές παρατηρήσεις δείχνουν ότι μεταξύ μέσων Μαΐου και μέσων Ιουνίου ο πληθυσμός του Α. pistaciae είναι κυρίως στο στάδιο της έρπουσας «νύμφης» και πρώτου σταδίου. Οι πρώτες «νύμφες» του δευτέρου σταδίου εμφανίζονται νωρίς το φθινόπωρο και στη συνέχεια όλος ο πληθυσμός βαθμιαία εισέρχεται στο δεύτερο στάδιο και διαχειμάζει
Πατρίδα της φιστικιάς είναι η κεντρική Ασία, ενώ στην ανατολική Μεσόγειο αυτοφυή είναι δυο δέντρα της ίδιας οικογένειας, η αγριοφιστικιά ή τσιτσιρεβιά ή τριμιθιά (που τα βλαστάρια της γίνονται τουρσί, τα περίφημα πηλιορείτικα τσιτσίραβλα), που είναι η τερέβινθος ή τέρμινθος των αρχαίων, και ο σχίνος, που μια ποικιλία του είναι και το μαστιχόδεντρο της Χίου.
Τα φιστίκια οι αρχαίοι τα έμαθαν στην ελληνιστική εποχή· ο Θεόφραστος πρώτος μιλάει για ένα δέντρο της Ασίας, χωρίς να το κατονομάζει, όμοιο με την τέρμινθο αλλά με διαφορετικό καρπό, περίπου σαν το αμύγδαλο αλλά νοστιμότερο· ασφαλώς μιλάει για τη φιστικιά.
Πρώτος που κατονομάζει τον εξωτικό καρπό είναι ο Νίκανδρος, του 2ου αιώνα π.Χ., ο οποίος στα «Θηριακά» του γράφει ότι τα πιστάκια μοιάζουν με τα αμύγδαλα. Ο Διοσκουρίδης βρίσκει «ευστόμαχα» τα πιστάκια της Συρίας, αλλά, παρόλο που υπάρχουν μαρτυρίες ότι η φιστικιά εισήχθη στην Ιταλία επί Ρωμαίων, στην κυρίως Ελλάδα δεν φαίνεται να ευδοκίμησε η καλλιέργειά της και, μέχρι τον 19ο αιώνα, τα φιστίκια γίνονταν εισαγωγή από το Χαλέπι, δηλαδή τη Συρία.
Στην Αττική άρχισαν να καλλιεργούνται
από το 1860 και μετά, πρώτα στο κτήμα Παυλίδη στο Ψυχικό.
Το κοκοειδές Anapulvinaria pistaciae στη φυστικιά |
Στηρίξτε το EL00044 κοινοποιήστε τις αναρτήσεις μας κάντε like κι ακολουθήστε την σελίδα μας στο Facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου